To open form είναι μια πλατφόρμα διαλόγου και ανοιχτών εργαστηρίων που ιδρύθηκε και έχει τη βάση της στην Αθήνα. Το open form προσκαλεί καλλιτέχνες να μοιραστούν με το κοινό τον εργαστηριακό τους χώρο και να συζητήσουν τις συλλογιστικές και μεθοδολογικές διαδικασίες που προσανατολίζουν τη δημιουργική τους πρακτική. Το open form είναι ένα πείραμα που αποπειράται να κατανοήσει τις πρακτικές της σύγχρονης τέχνης αντιστρόφως. Αντί να εστιάζει στο τετελεσμένο έργο όπως αυτό παρουσιάζεται στον εκθεσιακό χώρο, επικεντρώνεται στα βήματα και στις αποφάσεις που προηγούνται της δημιουργίας του εμπνευσμένο άμεσα από το έργο του Πολωνού αρχιτέκτονα Oskar Hansen, ο οποίος καθιέρωσε και ανέπτυξε τη φιλοσοφία της Ανοιχτής Φόρμας. Το open form θέτει τέσσερις όρους στους συμμετέχοντες καλλιτέχνες,
1. Ο καλλιτέχνης να είναι παρών
2. Η έμφαση να δίνεται στη διαδικασία και όχι στο αποτέλεσμα
3. Προτεραιότητα έχει η επικοινωνία και όχι η έκθεση
4. Να μην εκτίθεται κανένα ολοκληρωμένο έργο εντός του εργαστηριακού χώρου.
Στο Διεθνές Συνέδριο Σύγχρονης Αρχιτεκτονικής (CIAM) στο Οτέρλο το 1959, ο αρχιτέκτονας Oskar Hansen πρότεινε μια ανοιχτή –δηλαδή φιλική, συμμετοχική και προσαρμοστική προς τους χρήστες– αρχιτεκτονική, σε αντιδιαστολή με την κλειστή αρχιτεκτονική του Λε Κορμπυζιέ. Η Ανοιχτή Μορφή αφορούσε μια σειρά αρχιτεκτονικών μηχανισμών, οι οποίοι θα έβρισκαν επίσης εφαρμογή στην αστική ανάπτυξη, στον σχεδιασμό, στην κοινωνία και την τέχνη γενικότερα.

«Η Ανοιχτή Μορφή δεν είναι απλώς μια θεωρητική ανακάλυψη των καιρών μας, αλλά πρωτίστως ένα συμπέρασμα που προέκυψε μέσα από την παρατήρηση υπαρκτών σχηματισμών». (Oskar Hansen, 1959) [1]

Σκοπός της Ανοιχτής Μορφής ήταν να δημιουργεί διασυνδέσεις ανάμεσα στις ανθρώπινες δραστηριότητες, τη ροή και το πλαίσιό τους, ενώ παράλληλα να ανταποκρίνεται και να προσαρμόζεται σε αυτές, ώστε να εξυπηρετεί τη λειτουργία τους. Για παράδειγμα, ο Χάνσεν οραματιζόταν το μουσείο σαν μια ευέλικτη και προσαρμοστική δομή, η οποία θα αναπτυσσόταν παράλληλα με την απρόβλεπτη πορεία που εκ φύσεως ακολουθεί η τέχνη. Ο Hansen ήταν επίσης καθηγητής στο Τμήμα Γλυπτικής της Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βαρσοβίας, όπου οργάνωνε εργαστήρια, ασκήσεις και εκδηλώσεις γύρω από την έννοια της Ανοιχτής Μορφής, προτρέποντας τους μαθητές του να αναστοχάζονται κριτικά την υποκειμενικότητα, τις πρακτικές τους και τους αόρατους περιορισμούς που επιβάλλονται στην αρχιτεκτονική, την κοινωνία και την τέχνη.
«Σε πολλά έργα αυτής της περιόδου, δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στο έργο τέχνης και στην καταγραφή του· αντίθετα, τα έργα δημιουργούν ένα τεταμένο πεδίο, όπου τίθεται υπό αμφισβήτηση η σχέση ανάμεσα στον οπτικό χώρο και στον χώρο του υλικού περιβάλλοντος». [2] Για παράδειγμα ο Przemyslaw Kwiek κατέγραψε διαδοχικούς μορφολογικούς και υλικούς μετασχηματισμούς των γλυπτών του. Τα πρότζεκ του βασίζονται στη διαπίστωση ότι η καταγραφή της διαδικασίας αποτελεί καθαυτή ένα έργο τέχνης.

Το στούντιο ενός καλλιτέχνη μπορεί να εννοηθεί ως προέκταση των ιδεών, των οραμάτων, των παραισθήσεων και των ψευδαισθήσεών του στον υλικό κόσμο. Στο πλαίσιο της σύγχρονης καλλιτεχνικής πρακτικής, αποτελεί έναν μεταβατικό και διαρκώς μεταλλασσόμενο χώρο, ο οποίος εκδηλώνεται ποικιλοτρόπως – για παράδειγμα, ως επιφάνεια εργασίας, ως Σύννεφο (Cloud), ως εικονικότητα ή ως χώρος διανοητικής εργασίας. Το open form υιοθετεί έναν ευρύ ορισμό του «εργαστηριακού χώρου» και ενδιαφέρεται πρωτίστως για το πώς αντιλαμβάνονται οι ίδιοι οι καλλιτέχνες τη σημασία και τη λειτουργία του. Το open form κινείται συνειδητά έξω από το θεσμικό πλαίσιο όπου παράγεται ο θεωρητικός λόγος και εκτίθενται τα έργα της σύγχρονης τέχνης. Αντίθετα, συνενώνει τον προσωπικό χώρο των καλλιτεχνών με τον δημόσιο και καλεί το κοινό να παραβρεθεί σε ένα πεδίο καλλιτεχνικής έμπνευσης, έρευνας και προετοιμασίας, αποσκοπώντας στη δημιουργία ενός ενδιάμεσου «τρίτου χώρου» που επιτρέπει την κοινωνική διάδραση και την ανταλλαγή γνώσης. O Axel Wieder γράφει, «Όταν μιλάμε για τον χώρο, παραδοσιακά αναφερόμαστε στο υλικό περιβάλλον, στο πεδίο της αρχιτεκτονικής, του αστικού σχεδιασμού και σχεδίου. Κατά κύριο λόγο όμως, ο χώρος είναι το μέσο διά του οποίου οι άνθρωποι αλληλεπιδρούν με τον κόσμο και μεταξύ τους. Υπό αυτή τη έννοια, ο χώρος δεν είναι απαραίτητα υλικός – είναι μάλλον ένα μέσο που επιτρέπει τη δημιουργία σχέσεων, που συνδέει, ενεργοποιεί, αναπαράγει και καταγράφει.» [3]

Λαμβάνοντας υπόψη την κριτική που άσκησε ο Χάνσεν στην ιεραρχική και αυταρχική σχέση ανάμεσα στον δημιουργό και τον παραλήπτη της τέχνης, το open form καλεί τους καλλιτέχνες να επικοινωνήσουν με το κοινό χωρίς τη μεσολάβηση των αντικειμένων και των έργων τους. Η επαφή μας με την τέχνη συνήθως περιορίζεται σε επισκέψεις εκθέσεων και ιστοσελίδων καλλιτεχνών, ή στην ανάγνωση σχετικών άρθρων και συνεντεύξεων που έχουν συνταχθεί από τρίτους. Αντίθετα, το open form φιλοδοξεί να κατανοήσει την καλλιτεχνική πρακτική εκ του σύνεγγυς, μέσα από τη γνωριμία και τον διάλογο με τους ίδιους τους καλλιτέχνες. Σε αυτό το σημείο, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι μια επίσκεψη αγνώστων στον ιδιαίτερο χώρο ενός καλλιτέχνη συνιστά μια άσκηση δεκτικότητας και φιλοξενίας.
Διοργάνωση: Ντενίζ Αραούζου
Mετάφραση: Κωνσταντίνος Κωνσταντίνου


home
[1] Oskar Hansen, “Open Form Manifesto,” Poland, 1959, as cited in: Pelin Tan, “Open Form as a Possibility of Radical Experience,” in Axel Wieder and Florian Zeyfang (eds.), Open Form, Space, Interaction, and the Tradition of Oskar Hansen, Sternberg Press: Berlin, 2014, p. 150

[2] Axel Wieder, Florian Zeyfang, “Introduction,” Axel Wieder and Florian Zeyfang (eds.), Open Form, Space, Interaction, and the Tradition of Oskar Hansen, Sternberg Press: Berlin, 2014, p. 12.

[3] Axel Wieder, “Works-for-Film and Open Form,” in Axel Wieder and Florian Zeyfang (eds.), Open Form, Space, Interaction, and the Tradition of Oskar Hansen, Sternberg Press: Berlin, 2014, p. 52.